«[…] 15. Κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων του νόμου και της /Διακήρυξης, η ματαίωση της διαδικασίας για την σύναψη δημόσιας σύμβασης επιτρέπεται μόνο για συγκεκριμένους λόγους, περιοριστικά αναφερομένους. Τούτο συνάγεται από την σαφή διατύπωση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 106 ν. 4412/2016, οι ρυθμίσεις των οποίων επαναλαμβάνονται στο άρθρο 3.5 της Διακήρυξης, και στις οποίες παρατίθενται εξαντλητικά, και όχι ενδεικτικά, οι λόγοι ματαίωσης. Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από τον σκοπό των διατάξεων του άρθρου 106 ν. 4412/2016, συνιστάμενο, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου, στην επίτευξη «ασφάλειας δικαίου και … προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, [χάριν των οποίων] παρέχεται εξαντλητική απαρίθμηση των περιπτώσεων στις οποίες λαμβάνει χώρα ματαίωση της διαδικασίας ανάθεσης και πάντοτε με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση της αναθέτουσας αρχής, μετά από γνώμη του αρμοδίου οργάνου» (βλ. ΕΑ ΣτΕ 63/2020, σκ. 14).

  1. Περαιτέρω, οι διατάξεις των άρθρων 106 ν. 4412/2016 και 3.5 της Διακήρυξης διακρίνουν μεταξύ αφενός, δύο (2) περιπτώσεων δέσμιας αρμοδιότητας (παρ. 1) και αφετέρου, έξι (6) περιπτώσεων διακριτικής ευχέρειας (παρ. 2) της αναθέτουσας αρχής να ματαιώσει τη διαγωνιστική διαδικασία. Σε όλες, όμως, τις περιπτώσεις, οι οικείες διατάξεις επιβάλλουν ως ουσιώδη τύπο της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης ματαίωσης τη χορήγηση απλής γνώμη του αρμόδιου συλλογικού οργάνου, ήτοι της Επιτροπής Διαγωνισμού (βλ. ΔΕφΤρίπολης 199/2022, ΔΕφΠάτρας 1/2022, ΔΕφΑθ 1438/2019, ΔΕφΘες/νίκης 159/2022, 164/2018, πρβλ. ΔΕφΑθ 12/2021, ΕΑΔΗΣΥ 391/2023 κ.α.). Επιπλέον, ο νόμος επιβάλλει έκδοση της απόφασης ματαίωσης με ειδική αιτιολογία, αναφερόμενη κατά τρόπο συγκεκριμένο στους νομικούς και πραγματικούς λόγους, για τους οποίους αποφασίζεται η ματαίωση και επανάληψη του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 950/2016, ΕΑΔΗΣΥ 391/2023, 1366/2022, 242/2021 κ.α.).
  2. Με την προδικαστική προσφυγή η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη είναι ακυρωτέα λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσής της, διότι εκδόθηκε χωρίς προηγούμενη γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης για τη ματαίωση του διαγωνισμού δεν προηγήθηκε η προβλεπόμενη από τις παραπάνω διατάξεις γνώμη του αρμοδίου οργάνου, ήτοι της Επιτροπής Διαγωνισμού, ούτε, άλλωστε, προκύπτει ότι ζητήθηκε αυτή, κατά παράβαση των άρθρων 106 ν. 4412/2016, 3.5 της Διακήρυξης και 20 παρ. 1 ΚΔΔ/σίας. Πολύ περισσότερο που στην προκείμενη περίπτωση η αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται ως λόγο ματαίωσης μία από τις περιπτώσεις δέσμιας αρμοδιότητας της παρ. 1 του άρθρου 106 ν. 4412/2016, αλλά γεγονότα που στοιχειοθετούν, κατά τους ισχυρισμούς της, έναν από τους δυνητικούς λόγους ματαίωσης της παρ. 2 του ίδιου άρθρου, οπότε η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά διακριτική ευχέρεια των οργάνων της αναθέτουσας αρχής. Με αυτά τα δεδομένα και ενόψει όσων έγιναν δεκτά παραπάνω, η προσβαλλόμενη είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα προεχόντως λόγω παράβασης του ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσής της, όπως βάσιμα προβάλλει η προσφεύγουσα. Κατά συνέπεια, ο κρινόμενος λόγος της κρινόμενης προδικαστικής προσφυγής πρέπει να γίνει δεκτός, ενώ παρέλκει η εξέταση των ισχυρισμών της προσφεύγουσας ότι μη νόμιμα η αναθέτουσα αρχή παρέκκλινε από την εισήγηση της Επιτροπής Διαγωνισμού να της κατακυρωθεί το αποτέλεσμα του διαγωνισμού.
  3. Επιπρόσθετα, και σε κάθε περίπτωση, όπως βάσιμα προβάλλει η προσφεύγουσα με την προδικαστική προσφυγή, η προσβαλλόμενη είναι ακυρωτέα, διότι δεν αιτιολογείται σαφώς, ειδικώς και επαρκώς ότι η προσφορά της προσφεύγουσας δεν είναι οικονομικά συμφέρουσα για την αναθέτουσα αρχή. Και τούτο, διότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης περιορίζεται απλά στην αναφορά του ποσοστού έκπτωσης που αντιστοιχεί στην οικονομική προσφορά της προσφεύγουσας επί της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης. Περαιτέρω, η αναθέτουσα αρχή προσθέτει με τις απόψεις ότι η αγοραία αξία του υπό προμήθεια οχήματος είναι πολύ χαμηλότερη της προσφερθείσας τιμής, επομένως και του προϋπολογισμού δημοπράτησης της σύμβασης, ο οποίος καταρτίστηκε από την αναθέτουσα αρχή.
  4. Και ναι μεν η σημαντική απόκλιση της προσφερθείσας τιμής από τις επικρατούσες στην αγορά τιμές για την προμήθεια του επίμαχου είδους θα μπορούσε να αιτιολογήσει την κρίση της αναθέτουσας αρχής ότι η προσφορά είναι μη συμφέρουσα, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι στηρίζεται σε ικανά στοιχεία τεκμηρίωσης. Στην προκείμενη, όμως περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή δεν παρέθεσε κανένα στοιχείο (ενδεικτικά: συγκριτικά στοιχεία πρόσφατων συναφών διαγωνισμών της ίδιας ή άλλων αναθετουσών αρχών από το ΚΗΜΔΗΣ, έρευνα αγοράς κ.λπ.), το οποίο να τεκμηριώνει, και μάλιστα πλήρως, ειδικώς και επαρκώς, την παραπάνω κρίση της ανατρέποντας ταυτόχρονα την εκτίμησή της σε σχέση με τον προϋπολογισμό της υπό ανάθεση σύμβασης (πρβλ. ΔΕφΑθ 362/2019, ΔΕφΘεσ/νίκης 13/2020, 200/2019, ΔΕφΤρίπολης 12/2020). Κατά συνέπεια, η προδικαστική προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη να ακυρωθεί λόγω πλημμελούς αιτιολογίας.
  5. Επειδή, κατόπιν των παραπάνω, η προδικαστική προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή, η προσβαλλόμενη να ακυρωθεί και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με όσα κρίθηκαν στις παραπάνω σκέψεις. Τέλος, πρέπει να οριστεί η επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στην προσφεύγουσα.[…].».